4 Φεβ 2010

MICRO-PHONE

Το εξώφυλλο του micro comic “Παρά Φύση” του Τάσσου Παπαϊωάννου, ένα από τα μικρά μυστικά του πακέτου OneManShow (onemanshowstudio.com)

«Σας είναι μικρόThe story of my life. Είμαι ένας μεγάλος άνθρωπος που αγαπάει, συνήθως, μικρά πράγματα. Θα μπορούσα να πω την ιστορία της ζωής μου μέσα στις 49 θέσεις μιας μινιατουροθήκης. Σαρανταεννέα κεφάλαια μέγεθος μπρελόκ.

Modus operandi. Λειτουργώ με έναν τρόπο. Χρειάζεται ένας μοχλός. Και αυτός συνήθως είναι ένα Αντικείμενο που, μέσω επιλεκτικού συνδυασμού αισθήσεων, ενεργοποιεί μηχανισμούς τρυφερότητας, ανάγκης, ευχαρίστησης και ασφάλειας. Κάποια στιγμή πέφτει ο γενικός, καίγεται η ασφάλεια, πανικοβάλ.

Το εγχειρίδιο χειρισμού αυτού του χοντρο-bot λέει: Δώστε του παιχνίδια. Toys. Πράγματα να τα τοποθετεί μέσα σε κουτάκια και αυτά τα κουτάκια πάνω σε ραφάκια. Ανοίγω μικρά συρτάρια στο κεφάλι μου και πετάγονται εκπλήξεις, τρομαχτικοί τζόκερ, τίτλοι, ιδέες, μαλακίες. Το Ντουλάπι με τα Παράξενα Πράγματα. Μικρο-πράγματα που μπορείς να τα κάνεις ιστορίες, παραγράφους των 20 λέξεων ή των 140 χαρακτήρων.

Ειρήσθω εν παρόδω: το επόμενο Pecha Kucha έρχεται: 5 Μαρτίου.

Πώς να τα χειριστείς όμως; Μια φορά είχα ένα κινητό. Κόκκινο, γυαλιστερό, μέγεθος matchbox. Μια χαψιά το έκανες. Τα μεγάλα μου δάχτυλα πατούσαν λάθος πλήκτρα, λάθος στιγμές, διέλυαν τη μικρο-γκατζετοσύνη της συσκευής όπως και οι νυχάρες της Μπάρμπαρα Στρέηζαντ θα κάρφωναν αδέξια τους υγρούς κρυστάλλους της οθόνης του κάθε κινητού της. Ήθελα να το πετάξω το κολοτηλέφωνο και να γυρίσω πίσω στον βαρύ βακελίτη, με το καντράν. Κάτι παράξενο συμβαίνει στο μυαλό του Τζον-Μάλκοβιτς. Ζητάει μικρά, χοντρουλά πράγματα που δημιουργούν αυτοτελή, στρογγυλά αισθήματα. Κουταβάκια. Κυκλικά τενεκεδένια κουτιά από μέντες. Κρυστάλλινες μπίλιες. Πινέζες. Χοντροκόλικες βίδες, παλιότερα, για να τις κολλάω μιλιμετρημένα, πυκνές, επάνω σε γύψινες φτηνές προτομές από τα τουριστικά της Πλάκας (έφτιαχνα τον Hellraiser). «Ανάγκη τρυφερότητας» το χαρακτήριζε ο Μ.

Πριν λίγες μέρες, μπήκα στο παλιό βιβλιοχαρτοπωλείο της οδού Λέκκα 1, στην πλατεία Κλαυθμώνος. Παλιά, μερικές φορές, αγόραζα από εκεί με τον πατέρα μου μπλε σχολικές κόλες χαρτί, διαφανή καλύμματα τετραδίων, ετικέτες, κιτρινόμαυρα φάμπερ, παχουλές, σφριγηλές γομολάστιχες. Είδα τους παλιούς ξύλινους βερνικωμένους πάγκους, ξαναθυμήθηκα τη μυρωδιά, ήρθαν όλα πίσω. Κοίταξα τα δάχτυλά μου και ήταν μουτζουρωμένα, μπλε. Το ωραιότερο δώρο που μπορούσε τότε να μου κάνει ο πατέρας μου, ήταν όταν να μου έφερνε από την Τράπεζα φύλλα αχρησιμοποίητο καρμπόν. Πολλαπλασίαζα αντιγράφοντας εικόνες εκατοντάδων περιοδικών, στάμπωνα τα σκίτσα με το καρμπόν πάνω – παντού - όπου έβρισκα λευκή επιφάνεια, γέμιζαν τα τσουμπωτά δαχτυλάκια του πιτσιρικά με μαύρο καρμπόν γραφίτη ή σκούρο μπλε μελάνι.

Στην οδό Λέκκα αγόρασα, ξανά, καρμπόν και πέννες, τις ωραίες, μικρές, με τις κομμένες μύτες που γέρνοντας στις καμπύλες των γραμμάτων δημιουργούν ωραία, σέξυ, κυματιστά πάχη και μετά πάλι λεπτές, όρθιες γραμμές – μέχρι να γράψεις αυτό που θέλεις πάνω σε χαρτί bond, 49 κεφάλαια σε 20 λέξεις. Πέννες και μικρά μπουκαλάκια μελάνη: σκούρα μπλε, μαύρη και λουλακί.

Μερικές φορές πιστεύω ότι άρχισα να κάνω τη δουλειά που μπλέχτηκα να κάνω, από καθαρό φετιχισμό: εξάρτηση από τα μικρά είδη βιβλιοχαρτοπωλείου. Με κάθε app που προσθέτω στο άη-φον, και ένα νέο micro αντικείμενο γεννιέται σαν αυγό κλουαζονέ επάνω στο γραφείο μου. Ξύστρες, μπλοκ, κόλλες, κουτάκια με μύτες, στελέχη.

Τη μέρα που ξέραμε ότι θα παρουσίαζε ο Steve Jobs της Apple τη νέα Ταμπλέτα, «ένα μεγάλο άη-φον» όπως το περιμέναμε, ήμασταν γραπωμένοι πάνω στις επιφάνειες εργασίας μας, παρακολουθώντας βήμα – βήμα τις φωτογραφίες να κατεβαίνουν από τις live αναμεταδόσεις των φρήκων στην Κοιλάδα της Σιλικόνης, τουητάροντας κι εμείς, τη σημειολογία του νέου παιχνιδιού αυτής της εβδομάδας που είχε στοιχειώσει στο μυαλό όλων – των γκατζετάκηδων της Λεωφόρου Bandwidth αλλά και των Uber-Cool Σνομπαραίων που, λόγω θέσης, λένε και τα καλύτερα αστεία.

Τι Προσέξαμε Τη Μέρα Εκείνη:
· Φυσούσε τόσο wifi εκεί μέσα που, κανονικά, θα έπρεπε να έχει επηρεάσει τα μαλλιά τους.
· Όλο το αμφιθέατρο ήταν σκυμμένοι στα άη-φον τους και τουίταραν, κανείς δεν κοίταζε τη σκηνή.
· Χαχα, επόμενο ήταν. Το Τουήτερ κράσαρε. Έβγαλε τη Φάλαινα Που Την Πάνε Τα Πουλάκια. Fail whale.
· Πρώτο τραπέζι πίστα ο Al Gore.
· Αποκλειστική μουσική του pre-presentation, Bob Dylan. Αποκλειστικά και μόνο. Είναι ο Μίκης Θεοδωράκης των Αμερικάνων.
· Το όνομα ipad είναι ατυχές, αλλά συνεχίζει το διασκεδαστικό σερί αστείων με το «άη» στην αρχή.
· Ο Steve Jobs κάθισε στην κλασική μπλακ μέταλ Le Corbusier του 1929 που θυμίζει τις γραμμές του άη-φον. Άη λάηκ.
· Ο Steve Jobs είχε τρία μπουκάλια νερό δίπλα του.
· Ο Steve Jobs ποτέ δεν πίνει δεύτερη φορά από το ίδιο μπουκάλι νερό.
· Το άη-πάντ είναι ένα μεγάλο, γυαλιστερό άη-φον, χωρίς το φον.
· Είναι τόσο γυαλιστερό που θέλω να το γλύψω.

Οι περισσότεροι κατηγορούν το ipad ότι είναι πολύ μεγάλο για τηλέφωνο (not) και πολύ μικρό για netbook. Κάποιος έγραψε ένα σχετικό, καινούργιο “Yoma” αστείο που κυκλοφόρησε σε ρυθμό τουήτ: «Υo mama, η μάνα σου είναι τόσο χοντρή που χρησιμοποιεί το άη-παντ για τηλέφωνο».

Η αλήθεια είναι ότι χωρίς κάμερα, τι να το κάνεις το τηλέφωνο; Και χωρίς κάμερα τι να τα κάνεις τα social media; Και χωρίς flash τι να το κάνεις το internet;

Ναι αλλά και στο άη-φον πώς να δεις ταινία; Δεν είμαι και ο Ρατατούιγ σε μέγεθος. Κι επίσης: πώς να διαβάσεις e-book στο άη-φον;

Σε αυτό το σημείο έλιωσα γιατί είδα το άη-βιβλιοπωλείο του άη-παντ, μία βιβλιοθήκη τίτλων που σε κάνει να θέλεις να πεις «άη παράτα μας κι εσύ» στο Άμαζον. Είναι ράφια, ΡΑΦΙΑ, ωραία, μικρά, ξύλινα, ατέλειωτα, με βιβλία, ΒΙΒΛΙΑ, τακτοποιημένα επάνω τους. Απλώνεις το χέρι, τραβάς, κι αυτό με κυβερνορεαλιστική ακρίβεια έρχεται μπροστά στην οθονάρα σου κι ανοίγει, το ξεφυλλίζεις, φρατ-φρουτ, το βάζεις πίσω στο ΡΑΦΙ του και παίρνεις άλλο. Ή περιοδικό. Με φωτογραφίες. Φλαπ-φλιπ-φλιπ.

Ο Μπίμπας μας έλεγε «Ναι, αλλά αν το διαβάζεις ξαπλωμένος δεν θέλεις να σε πάρει ο ύπνος και να σου έρθει στα μούτρα το άη-παντ». Οκ, αλλά το ίδιο έλεγες και όταν διάβαζες το «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» σε hardcopy. Ακόμα το έχεις το σημαδάκι στο μέτωπο.

Μέσα μου ο Άσχετος μου ψιθυρίζει «Το λατρεύεις. Σου αρέσει. Θα το πάρεις. 899 γαμοδολάρια». Απ’ έξω μου ο Β. μου ξεκαθαρίζει «Δεν θα το πάρουμε. Θα περιμένουμε τις βελτιώσεις». Κάθε βελτίωση και 100 γαμοδολάρια, να υποθέσω ε;. «Οκ. Θα πάμε όμως σε ένα Άπλ Στορ να το αγγίξουμε όταν βγει;». Συμβιβάζομαι, αρκεί να μην το γλύψω.

Το παιχνίδι με τα μεγέθη μπορεί να γίνει τρελή εμμονή. Να ανοιγοκλείνεις τα sizes κυνηγώντας το τέλειο fit. Τη μέρα που γνώρισα το Μεγάλο Άη-Φον (not) και είχα γράψει στο σημειωματάριό μου με την Μικρή Κοφτή Πέννα, ήρθε στα χέρια μου το πακετάκι του Τάσσου Παπαϊωάννου, ένα ζιπαρισμένο stack με τις Εικόνες του σε XtraSmall κάρτες που τις παίρνεις, τις γράφεις, τις ταχυδρομείς, τις κολλάς, τις βάζεις όπου θέλεις, σε ραφάκια, σε κουτιά, σε κουτάκια, σαν Μπαμπούσκα σε Μπαμπούσκα σε Μπαμπούσκα σε Μπαμπούσκα…

XtraLarge, το επόμενο βράδυ, πήγαμε στην «Τραβιάτα» στη Λυρική Σκηνή. Απολαμβάνοντας τις Μεγάλες Μουσικές Στροφές μέσα στα Βαθιά Βυσσινί Καφέ Χρώματα της σκηνοθεσίας, βλέπαμε τη Βιολέτα να ζει το φθισικό της Mέγα Δράμα σαν γνήσια βασίλισσα του είδους (που υπερβάλλει στα μεγέθη των μικρών, στρόγγυλων αισθημάτων της). Μέσα μου μία φωνή μου θύμιζε: «Το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: