Αγ.Ειρήνης & Αιόλου
Στην οδό Κεραμικού, επάνω σε μία χτισμένη πόρτα, ανάμεσα σε δύο-σαν-επιτύμβιες κολώνες, ένας πιτσιρικάς με γδαρμένα γόνατα είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την επερχόμενη Ελλάδα της αντιπαροχής.
Κατεβαίνοντας την Αγίας Ειρήνης, στη γωνία με την Αιόλου, μία ασπρόμαυρη κοπέλα με κοτσίδα παχιά, αθώα μαλλιά, βολεμένα, πλεγμένα χωρίς κοντίσιονερ, σαν καλή ελληνική ταινία αναδύεται μπροστά σου, επάνω στον τοίχο της κλασικής αθηναϊκής ώχρας. Φοράει μία ελαφριά ζακέτα και μια μεγάλη σκούρα φούστα, χαμηλά παπούτσια, καλό κορίτσι σε κυριακάτικη βόλτα, πασατέμπο και μπλε πορτοκαλάδα. Ναι καλέ μαμά, δεν θα αργήσω. Είναι μία μεγάλη φωτοτυπημένη εικόνα, σε φυσικό σχεδόν μέγεθος, κολλημένη επάνω στον σοβά με ανθεκτική αλευρόκολλα. Κάποιος έχει γράψει δίπλα της το νέο πολύ-φορεμένο σύνθημα της πόλης, «Μίλησέ μας, Έλσα» (είναι το νέο «Βασανίζομαι»). Πλησιάζοντάς την, το χαμόγελό της θολώνει, έρχεται έξω το ράστερ της παλιάς φωτογραφίας και απλώνει, χάνεται στον κόκκο του χρόνου η καθαρότητα του βλέμματος και γίνεται ένα υλικό: χαρτί + κόλλα + αγάπη, στα χέρια του τρελού καλλιτέχνη του δρόμου.
Ο Sox δίπλα μου, λέει: «Κι όταν ακόμα θα νομίζεις πως για πάντα έχω χαθεί, θα ανατέλλω.» Αγγελάκας. «Σκεφτόμουν τους παλιούς ανθρώπους,» συνεχίζει. «Αυτούς που έχουν φύγει, πώς θα ήταν να ξεπροβάλλουν μπροστά σου στις γωνίες της πόλης. Να ξαναζωντανεύουν για να σε κοιτάξουν. Σκεφτόμουν όλους αυτούς τους καλλιτέχνες της ζωής που πέρασαν αλλά δεν θυμόμαστε τα πρόσωπά τους. Να ξαναβλέπαμε στους τοίχους της Αθήνας τον Λύτρα, έναν ποιητή, την Κατερίνα Γώγου να μας κοιτάζει τρία κλικ αριστερά, μισοκρυμένη πίσω από τις κολώνες.»
Ο Σωκράτης τα τελευταία χρόνια έχει γεμίσει την Αθήνα με τοιχοκολλημένες απρόοπτες, χρωματιστές στιγμές, τα γνωστά του καθαρόγραμμα σαν κόμικ, τέρατα, τηλεοράσεις με πλοκάμια, καρδιές με γένεια, τρύπια κεφάλια που ξεχύνουν ιδέες και μαμούνια, γραμμικές αγάπες με κεραίες και μεγάλα μάτια. Είναι ο εικαστικός και σκηνογράφος που συμπεριφέρθηκε στις τζαμαρίες των εγκαταλελειμμένων σαν να ήταν η μακέτα του, ένα σετ, ένα τη-σερτ φτιαγμένο στο χέρι, πρέσα-πρέσα τη μεταξοτυπία. Τώρα, αναμοχλεύοντας το παρελθόν και τις ιδέες του, άρχισε να ψάχνει «παλιούς ανθρώπους» για να τους βάλει να ανατέλλουν μέσα από τα αθηναϊκά βασανισμένα ντουβάρια.
Και ανακάλυψε ένα υπέροχο βιβλίο του Φίλιππου Κουτσαφτή: «Ανωνύμων Ταυτότητες – Κώστας Ρούσσης, ένας φωτογράφος από τη Ζαγορά του Πηλίου» (από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο του Δήμου Ζαγοράς). Ένα άλμπουμ με τις φωτογραφίες του Φωτογράφου του Χωριού, προπολεμικές-και-μετά σκηνές του πιο αθώου βλέμματος που είχαν ποτέ οι άνθρωποι σε αυτό τον τόπο, πριν οι κάμερες και τα τηλεοπτικά μάτια τους εκπορνεύσουν τη ματιά. Οι εκκλησιασμοί, τα πανηγύρια, οι κηδείες και οι φωτογραφίες ταυτότητας, η σχολική φωτογραφία στο τέλος της χρονιάς, οι μπουγάδες και οι καφενέδες. Ασπρόμαυρα ράστερ. Αθήνα, χωριό.
Ο πιτσιρικάς της οδού Κεραμικού, πιθανότατα μετά από δώδεκα χρόνια να ήρθε στην Αθήνα, να έμεινε σε μία κάμαρη στα Πετράλωνα και να τελείωσε νυχτερινό Γυμνάσιο, δουλεύοντας χασαπάκι. Τα παιδιά του τώρα μπορεί να περνάνε από το δρόμο, να χαμογελάνε στον καταπράσινο τοίχο, να γλυκαίνουν βλέποντας φιγούρες που δίνουν παρελθόν στην πόλη. Λίγο πιο κάτω, στη Λεωνίδου, ένας άλλος νεαρός με τα κυριακάτικά του, ο ίδιος ξανά στην οδό Θησείου και στην Αρτεμισίου μια μάνα συγκλονιστική, σαν Συλβάνα Μάνγκανο σε βομβαρδισμένη Ρώμη, σαν ράφτρα στα Ταμπούρια, κοιτάζει τους σημερινούς Αθηναίους επάνω από γκρεμισμένα νεοκλασικά παραθυρόφυλλα.
Νύχτα, ανεβαίνω τη Δημοκρίτου, ζόρικη ανηφόρα, μεγάλη στροφή, λακούβα, στην κούρμπα του Δοξιάδη, δίπλα στης Εβίτας Ηλιοπούλου, καθώς πέφτουνε τα φώτα της μηχανής, νομίζω σαν να βλέπω δυό πιτσιρικάδες, φωτο-ράστερ του ’50, επάνω σε έναν γάιδαρο, στην καρδιά – Κολωνάκι 2011, αργά πιά.
Αρτεμισίου
Κεραμικού
Λεωνίδου
Θησείου
Τρία Κλικ Αριστερά
Ανωνύμων Ταυτότητες
3 σχόλια:
διαβάζω για τους παλιούς ανθρώπους μέσα σε βασανισμένα αθηναϊκά ντουβάρια και για γαδαρμένα γόνατα, κοιτάζω και παρακάτω τη γωνιά του Δοξιάδη και σκέφτομαι...
Σκονισμένη, ζόρικη ανηφόρα, ναι, λίγο γκλίτερ και αποστειρωμένοι πιτσιρικάδες ενός One Athens...τη Δημοκρίτου θα την βλέπουν μέσα από φιμέ τρίπλεξ τζάμια.
Αυτή η υπέροχα άσχημη πόλη γίνεται όλο και πιο Ωραία. Πώς να μην την αγαπάς;
για μένα η Αθήνα πάντα όμορφη θα είναι,ειδικά η περιοχή του Λυκαβηττού,των Εξαρχείων και του Κολωνακίου.
Δημοσίευση σχολίου