28 Μαΐ 2008

ΤΟ ΤΑΓΚΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Ο Άγιος Που Φουμάρει, St. Hermano San Simon, στο Μεξικό.
Αν θέλεις κάποια χάρη ανάβεις δύο τσιγάρα – ένα για σένα
και ένα για τον άγιο.
Αν θέλεις να κόψεις το κάπνισμα ανάβεις μόνο γι’ αυτόν
και προσεύχεσαι.

ΤΟ ΤΑΓΚΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Τα πρωινά, στις 8μισι, μια γυναίκα σε κάποιον ακάλυπτο στο πίσω μέρος της πολυκατοικίας που ζω, βγαίνει στα τσιμέντα να πιεί τον καφέ της ακούγοντας μουσική. Μια μελωδία, κάτι γυαλιστερό και ρέον. Νοσταλγικό σαν σάουντρακ τοπίου. Σαν να θέλει να μας προσφέρει ένα απαλό, πρωινό ψέμα. Σαν να κάνει εκπομπή. Μπορεί να την λένε Μαντώ, Μυρόεσσα, Πολυάννα ή Θεία Λένα. Ή μπορεί να είναι Αγία. Κοιμάμαι ακόμα κι ακούω την ασαφή κλασσική μελωδία της Αγίας, να σκαρφαλώνει τους ξεβαμμένους τοίχους των γύρω κτιρίων, σαν Batman. Κολλάει κι ανεβαίνει. Περνάει στο μπαλκόνι μου. Κάνει κλακ και ξεμανταλώνει τους κόκορες. Μπαίνει σαν μυρωδιά καμένου στο κρεβάτι, στα ρουθούνια μου, ένα ταγκό. Por una cabeza.

Είναι ξυπόλυτη, κάθεται σε έπιπλα κήπου ικέα κι έχει όμορφους ώμους. Δίπλα της μία απλώστρα με απλωμένα μωρουδιακά. Καπνίζει η μαλακισμένη. Στις 9 παρά 10 ανοίγει τις μπαλκονόπορτες το ημιυπόγειο της δικής μου πολυκατοικίας. Ένα κουρνιαχτό κάπνας που έχει μείνει αεροστεγής, μέσα σε δωμάτιο κλεισμένη όλη νύχτα, κάνει ένα παφ! Κι ανεβαίνει σκασμένη μαζί με το ταγκό της Ξυπόλυτης Αγίας, τρυφερά προς εμένα. Μπορώ να τα μετρήσω: το κουρνιαχτό είναι 60 τσιγάρα καπνισμένα όλα μαζί μέσα σε μία νύχτα, από τρεις ανθρώπους – ίσως ο ένας να μη καπνίζει. Ίσως να είναι ένα χαλκοπράσινο αγοράκι που θα κοντεύει να ταριχευτεί από τα 60 τσιγάρα των γονιών του κάθε βράδυ και που θα μιλάει σαν τον Μπαγιαντέρα, μπάσο παιδάκι, ετών 7.

Την ίδια ώρα, 9 παρά 10, ένα σφυράκι πάνω σε μαδέρι, αρχίζει να χτυπάει, διακριτικά και ρυθμικά. Στις 9 παρά 9 μπαίνει και ένα δεύτερο σφυράκι, σε άλλη θέση στην ορχήστρα. Είναι το intro με τα κρουστά μιας συμφωνικής από αλλοδαπούς σκαρφαλωμένους πάνω σε σκαλωσιές που ετοιμάζεται να παιανίσει το Ταγκό της Αθήνας. Los Tsigarilos. Fade in. Μαζί με το τρίτο σφυράκι αρχίζουν να ακούγονται σαν υπόκωφοι καταρράκτες οι σωληνώσεις των τοίχων γύρω μου. Η Αθήνα ξυπνάει, κατουριέται, πλένεται, αρχίζει να ρέει, Νιαγάρες, μπανιέρες, las termas. Σφυράκια, νερά, μυρωδιά καμένου, κάπνα κι ένα ταγκό. Τίτλοι αρχής.

Την ώρα που κορυφώνει το ταγκό της Αγίας Καπνίστριας και η πόλη έχει ποτίσει από την φούμα του δικού μου ημιυπόγειου, 9 νταν – σαν όλοι να κράτησαν την ανάσα τους για 3 δεύτερα, με ένα ωρολογιακό τικ –

Ξεσπάει η κόλαση. Ανατινάζονται ταυτόχρονα όλες οι σωληνώσεις όλων των πολυκατοικιών, όλο το κεφάλι μου: αρχίζει το κομπρεσέρ της Φιλαρμονικής Αλλοδαπών, στο υπό οικοδόμηση Μέγαρο. Τhe hands that built Athens. Η μπετονιέρα. Τα σφυριά και τα πριόνια. Ο γερανός. Και το ξυπνητήρι του κινητού. Ξέχασα να σου πω, τι ringtone έχω βάλει στο ξυπνητήρι: το ταγκό του Αλ Πατσίνο στο «Άρωμα Γυναίκας». Cuantos desengaños, por una cabeza...

Ανοίγω τα παράθυρα, τα ξανακλείνω και ανοίγω τα email. Παρασκευή πρωί. Ανταπόκριση φίλου από τη χτεσινή βραδιά στη συναυλία της Kylie Minogue:

«Η Χάιλι… δεν έχω λόγια να σου περιγράψω. Σου κάνω top 10 highlights:
01. Σκηνή Δελφινάριο: μπαλέτα, μιούζικαλ, ναύτες, πειρατές,
show, τούμπες – μόνο η γυναίκα με τα μούσια δε βγήκε!
02. Τα κοστούμια της Χαϊλεως! Ο Γκοτιέ ανακαλύπτει ξανά το
ecstasy. Τα concepts και οι εναλλαγές σε φρενίτιδα. Από λουδοβικέ και εδουαρδιανά μέχρι μαζορέτες μπέιζμπολ και Army Of Lovers Touch! Απερίγραπτο.
03. Τα
digital σκηνικά. Τα πιο ωραία τρισδιάστατα που έχεις δει. Άνοιγαν κάτι τεράστια μπουμπούκια – τριαντάφυλλα κι έβγαινε το κεφάλι της Χάιλι από μέσα και νόμιζες ότι έρχονται τα πέταλα κατά πάνω σου. Αν το δεις στραβά, μέχρι και τρομακτικό το λες.
04. Η σκηνή.
Bigger Better Faster More! Η μεγαλύτερη που έχεις δει με γιγαντοθόνες εκατέρωθεν, κάθετες. Ήχος καταπληκτικός!
05. Το
set: έξυπνο και καρά-camp. Μόνο τρία από το καινούριο album, δύο εντελώς ακυκλοφόρητα, το “Slow” σε mash up με Μassive Attack σε λούπα και on top of itLoveboat” και “Copacabana”. Μόνο ο Ψάλτης και η Φίνου έλειπαν! Encore με “I Should Be So Lucky”.
06.
O κόσμος (συνολικά κάτι παραπάνω από 7000). Αν έπεφτε μια βόμβα χτες στο Terra Vibe, σήμερα απλά δεν θα υπήρχε gay crowd στην Αθήνα. Θα είχαν μείνει κάποιοι ελάχιστοι να συνεχίσουν τη δόξα.
07. Παρευρέθη ο ίδιος ο Γκοτιέ και η αδερφή της η
Danii.
08. Όλο το
concept ήταν συνειδητά χτισμένο στο gay imagery. Νομίζω ξέρει καλά το κοινό της (Sodade και περίχωρα). Ο πρωτοχορευτής της ο Rico, με τα tattoo, έσκισε καρδιές. Όταν τον σύστησε το κοινό έπεσε το μεγαλύτερο, αφρισμένο χειροκρότημα. Σείστηκε η Μαλακάσα (με το Rico, ξαναθυμίζω).
09. Η ίδια. Φωνή Μίνι Μάους. Ευοίωνη μεν και καθαρή. Αλλά αν δεν είχε τις γαμάτες δύο φωνητικατζούδες να τη στηρίζουν, νόμιζες ότι βρίσκεσαι στη Λιμνούπολη.
10. Η Ματζούκα σε ρόλο φράου Χέλγκας έδινε αποφασιστικές εντολές στα κανάλια. «Μόνο 20 δεύτερα είπαμε».... «Τα πάσα σας τα έχουν οι ξένοι…» «Ένας άνθρωπος είμαι μόνο. Τι να κάνω. ΕΝΑΣ μόνο ΓΑΜΗΜΕΝΟΣ άνθρωπος!»... »

Δεύτερο mail: «Γιατί δεν έγραψες Eurovision στο τελευταίο τεύχος;;;»

Κάντε μου μήνυση.

Βγαίνω στο δρόμο. Στη Σταδίου πέφτω πάνω στην γνωστή ρομά-ορχήστρα με τα χάλκινα. Όπου πάω τους βλέπω μπροστά μου τελευταία. Οι τύποι πρέπει να κυκλοφορούν περισσότερο και από τους Περουβιανούς Ινδιάνους που ήταν στο Μοναστηράκι (και τώρα παροικούν στην Ερμού). Οι ρομά βαράνε το «Βενζινάδικο» αλλά με κάτι έξτρα, έναν σαφέστατο λυγμό, μια ανατολίτικη τσαχπινιά, έναν γοφό, ένα «αλισβερίσι» στο ύφος, πονηρό turn για ελληνικό μπουζουξίδικο. Ο ταξιτζής τους χαιρετάει ενθουσιασμένος και μετά ρωτάει για τη Eurovision. «Την Αρμενία την είδατε;». Γουστάρει. Το βλέπω. Βαλκανικά. Νταούλια, πίπιζες, beat και κλαπατσίμπαλα, μπουζούκια για να κάνεις γιούργια. Ανοίγει το ράδιο και ναι, ακούγεται ο Shantel στο «Disko Partizani», το καινούργιο εθνικό χιτ. Ο Borat πάει Κελεκίδου. Άλλωστε ο Ουκρανο-ρουμανο-χου-κέαρς Shantel έκανε εμφανίσεις με τον Sasha Baron / Borat. Καρσιλαμάδες με drum machine, Μπιγιονσέδες και Μπεζαντάκες πάνω σε τραπέζια, κυκλοφοριακό τζαμ (μου έλεγε άλλος φίλος, Σαββατόβραδο στην περιοχή του αεροδρομίου Θεσσαλονίκης, 4 τα χαράματα, τα μπουζούκια φλεγόμενα). Στο όνομα του «όλα κάφτα», χύμα παιδεύοντας τη νέα βαλκανική μαρμελάδα, ο ήχος δεν έχει το χαρούμενο μουσικό blend της περιοχής αλλά την αυθάδεια της επιβολής και του πλιάτσικου.

Ο ταξιτζής ανάβει τσιγάρο. «Μπορώ να ανοίξω το παράθυρο;» λέω. Ακούω τη φωνή μου και μιλάω σαν τον Μπαγιαντέρα.

(AthensVoice, τ.214, 29.05.08)


21 Μαΐ 2008

Μόνικα, καλωσήρθες στην κόλαση.

ΜΟΝΙΚΑ, the-Girl-U-want

  • Την τελευταία εβδομάδα έπεσα δύο φορές πάνω σε διαμάχη σχετικά με τη Μόνικα (δε μου πάει το χέρι να την γράψω Monika, σόρι). Είναι από αυτές τις ωραίες διαμάχες που σε κάνουν να απολαμβάνεις το ποτό σου ανάμεσα σε έξυπνες, κοφτερές εκτιμήσεις για τη μουσική βασισμένες σε κοινωνική παρατήρηση και να ανυπομονείς πότε θα αρχίσουν να εκσφενδονίζονται παγάκια. Και στις δύο περιπτώσεις, όλοι είχαν κολλήσει με την ηλικία της σαν να μιλούσαν για τον Τσίπρα (μου είπαν ότι η Μόνικα είναι 21, εμένα μου θυμίζει λίγο τη Ναταλία Δραγούμη, συγγνώμη, άσχετο). Αν σκεφτείς όμως ότι μιλάμε για αυτήν από τότε που ήταν 17; 16; 15; τότε κάτι τρέχει με τη Μόνικα.

  • Τα τελευταία 3 χρόνια, οι μποέμ στις ταράτσες της Αθήνας ζούσαν την πανκ μελαγχολία τους με μπωντλερικό στυλ, σαν μία κοινότητα έτοιμη να παραδοθεί στον διάβολο, στα μαγικά μανιτάρια και στο τεμπέλικο, ρομαντικό σεξ. Άκουγαν Mary & The Boy και μόλις ξυπνούσαν, Σάββατο αργά το μεσημέρι, έτρεχαν στον Ιανό για καφέ και (ελεγχόμενη) απόγνωση - τι θα γίνει; Πώς θα περάσει η βραδιά; Και πώς θα ησυχάσω; Μέσα στη Σέχτα των Μελαγχολικών, η ιστορία της Μόνικας άρχισε να κυκλοφορεί με την ταχύτητα bluetooth, σαν να την έστελνε κάποιος στον αέρα και όσοι ήταν δίπλα, την έπιαναν ξώφαλτσα. Ερχόταν και καθόταν, Μόνικα, Μόνικα, Μόνικα, σαν ελπιδοφόρο τραγουδάκι των 60ς στη ζοφερή προοπτική της νύχτας που πλησίαζε ξανά και ξανά. Μέσα σε μία νέα αθηναϊκή σκηνή που φούντωνε και άπλωνε και γέμιζε φωνές που διψούσαμε να ακούσουμε, η περίπτωση «μιας μικρής» που έβγαινε εκεί, μόνη της, δεξιοτέχνις και αυτόνομη, μουσικός και ερμηνεύτρια, ήταν η ευνοϊκή προοπτική. Η μικρή είχε την «ελαφρότητα» της ελευθερίας της και όχι το βάρος της κοινότητας. Μπορούσε να κάνει μια έτσι με το χέρι της, να μας τινάξει από πάνω της σαν σκόνες και να χαθεί στη Σταδίου.

  • Φέτος, όπως κατάλαβα από τη θέρμη των συζητήσεων στις παρέες, η Μόνικα μας ανήκει. Έβγαλε το singleOver the hill” που το λάτρεψαν τα ραδιόφωνα. Προχτές, Δευτέρα, βγήκε και το άλμπουμ «Avatar» στην Archangel. Η εταιρία την προωθεί όπως οφείλει, με τον δυναμισμό μιας high market τοποθέτησης, στα «σωστά» στέκια, συνεργασίες, κλαμπ, βιβλιοπωλεία, μουσικές σκηνές, περιπατητικές σχολές. Φτιάχνει το προφίλ ενός στέρεου ονόματος και η ίδια φαίνεται μια χαρά με αυτό. Μοιάζει να το ελέγχει, να το αντιμετωπίζει με τη μαθηματική συμμετρία μιας σύνθεσης στο πιάνο. Αυτό είναι και ένα από τα άλλα σημεία στα οποία έχουν κολλήσει οι διαμάχες της εβδομάδας: πόσο η Μόνικα ακούει, υπολογίζει και «εξαερώνεται» με το talk of the town που απέκτησε.

  • «Δεν χρειάζεται παρά να ακούσουμε το άλμπουμ και όλες οι απορίες θα λυθούν» είπα εκσφενδονίζοντας ένα παγάκι στον απέναντι τοίχο.

  • Το «Avatar» ηχογραφήθηκε με συμφωνική ορχήστρα και τον Martin Wenk των Calexico να συμμετέχει στα πνευστά και στην κιθάρα. Είναι ένα άλμπουμ που, για να συνεννοηθούμε, ας το πούμε folk αλλά δεν είναι. Εκεί που πάει να βυθιστεί στην μελαγχολική ακουστική κιθάρα της σχολής Joni Mitchel, κάτι συμβαίνει με τη φωνή της Μόνικας και δυναμώνει, σπάει, τρέμει, κάνει μια υπερρεαλιστική στροφή σαν να βλέπει ένα Τάρανδο Να Κατεβαίνει Από Τον Ουρανό και γύρω του αγγέλους και σιντριβάνια. Κι έτσι, στο επόμενο τρακ (Bloody Sth) η Μόνικα είναι αθώα και τολμηρή σαν μέλος θρησκευτικής χορωδίας, τραγουδάει με τόσο ανοιχτή καρδιά που μου θύμισε Joan Baez και ναι, Bette Midler. Κι ύστερα ήρθαν τα υπερκόσμια μπαγλαμαδάκια σε ένα κρεσέντο τόσο μελωδικό που αμέσως σκέφτηκα ότι της αξίζει τουλάχιστον μία ακόμα εβδομάδα «talk of the town». Το «Are you coming with us» είναι ένα αποφασιστικό τραγούδι σταθερού ρυθμού και αναχώρησης, μ’ ένα κρυμμένο τραύμα. Η Λίνα Νικολακοπούλου θα σκότωνε για να του βάλει στίχους. Όπως και στις «χατζηδακικές» στιγμές («Το no avail», «Fraud»). Και, με την ευκαιρία, άρχισα να σκέφτομαι πότε είναι που θα την ανακαλύψει και η Γαλάνη... Το «Babe» είναι ένα πολύ-calexico τραγούδι δρόμου, βαριέμαι λίγο, αλλά η Μόνικα ξεδιπλώνει μελετημένα μία θεαματική γκάμα διαφορετικών φωνητικών αποχρώσεων και το βουλώνω. Στο «Pretend» συγκινούμαι με το πιάνο και τα πνευστά, είναι μια παραδειγματική σύνθεση με ολοκάθαρη μελωδία και έμπειρη ερμηνεία, εννοώ η φωνή της Μόνικα κρύβει «ιστορία». Μπορεί και να μην είναι 21 τελικά. Ίσως είναι 41, με καλό complexion. Και μετά, στο «Not young in my youth» τραγουδάει σαν μωρό, κολλάνε τρυφερά τα «πι» της, νομίζεις ότι θα ακούσεις το νυχάκι της να γρατζουνάει το μικρόφωνο και μετά θα ακούσεις την Bjork με τις Cocorosie να της κάνουν πλάτη. Καλά, έχω ξεφύγει. Το «Misery loves company» είναι το αγαπημένο μου, νοσταλγικό και γενναίο σαν τραγούδι για ταινία, με μία συγκινητική λεπτομέρεια, λίγη low-fi βρωμιά στις γωνίες του. Στους ροκάδες αρέσουν τα κιθαριστικά: το συναυλιακό «Over the hill» και το κάπως θολό ίσως λόγω τίτλου, «Obsession». Ελεγειακή («Excuse my friends») με ένα τρέμολο στη φωνή σαν να μιλούσε ώρες στο τηλέφωνο με την Marianne Faithful, ή γιορταστική σαν λιτανεία στη Νέα Ορλεάνη με τη φιλαρμονική Καρπενησίου και μια νύφη από τα Βαλκάνια να πετάει στον αέρα σαν μπεκάτσα, η Μόνικα αλλάζει avatars σε ένα παιχνίδι που το έχει κερδίσει ήδη.

  • Οπότε ας μη μιλάμε άλλο πια για την ηλικία της αλλά για την αυτόνομη παρουσία της ακριβώς εκεί που δεν υπήρχε προηγούμενο. Αρκεί να την προστατέψει ο Αρχάγγελος και να μην την αρπάξουν οι μαινάδες.

XTRA ΧΑΠΙ

  • Ήρθε η ώρα για εκδρομή. Το υπερσύγχρονο πούλμαν του vinylmicrostore θα ξεκινήσει το Σάββατο (24/5), στις 17:30, από τα κεντρικά της Διδότου, με προορισμό το κοσμοπολίτικο Λουτράκι. Διαμονή στο ξενοδοχείο Mytzithras, 165 μέτρα από τη θάλασσα. Κέφι, αθλητισμός, πάρτι, μπάνιο σε κοντινή εξωτική παραλία, Κυριακή βράδυ επιστροφή στην όμορφη Αθήνα. Όλο αυτό το γράφω μόνο και μόνο γιατί ήθελα να αναφέρω το παρακάτω email:
  • Δηλώστε συμμετοχή στο
    thelw_na_gnwrisw_to_loutraki_me_trela@vinylmicrostore.gr



    (AthensVoice, τ.213, 22.05.08)

16 Μαΐ 2008

ΙδιογράφΩς






Με κάλεσαν να στείλω ένα χειρόγραφο.

(Ο/Η Ινδιάννα είπε...you got an invitation on
http://erimosiparalia.blogspot.com/)
Έστειλα αυτό.
Έχει μέσα μερικά "athensvoices" σημειωμένα πρόχειρα, στο δρόμο.
οκ;
thnx
http://autographcollectors.blogspot.com

15 Μαΐ 2008

Tom, πάρ'της το κεφάλι


ΤΟΜ, ΠΑΡ’ΤΗΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ

SCARLETT JOHANSSON ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ TOM WAITS)

* Πέρσι, όταν είχαμε διαβάσει ότι η Scarlett Johansson ετοιμάζεται να τραγουδήσει κομμάτια του Tom Waits γελάσαμε και τρέξαμε να το πούμε στον Μηλάτο για να τον δούμε πώς είναι όταν γίνεται έξαλλος λόγω της «εξειδίκευσής» του στον Waits. Εκείνος παρέμεινε νηφάλιος (εντάξει, έσκασε έναν καγχασμό) και τότε σκεφτήκαμε ότι ναι, βέβαια, δεν είναι δα και τόσο παράξενο. Στο Lost In Translation, την ταινία που ξεκίνησε όλο το Scarlett-buzz χάρη στη σκηνή των τίτλων αρχής όπου η δαιμονία Coppola έβαλε την Johansson να κυλιέται σε ένα κρεβάτι με το βρακί και μετά από μία καλή promotional εβδομάδα στο Sundance με αρκετή μπαρότσαρκα, την έχρισε Το Καινούργιο «Διαφορετικό» Κοτοπουλάκι Στα Ανεξάρτητα (τα οποία μόλις είχαν γίνει η πιο σέξι ιδέα των διαφημιστών), η Scarlett τραγούδησε σε ένα φριχτό καραόκε το Brass In Pocket των Pretenders – αλλά όλοι τότε σκεφτήκαμε ότι απλώς η Sofia θέλει να βάζει τα αγαπημένα της τραγούδια στις ταινίες της.

* Η ζημιά όμως είχε γίνει: η Scarlett θεώρησε ότι αφού μπορεί η Chrissie Hynde, τότε μπορεί κι αυτή. Γιατί λοιπόν να μην γίνει και το αγαπημένο rock-chick των κολεγιακών σταθμών; Η Scarlett, μπορείς να την πεις και Στάρλετ πια, συνέχισε τα «κλισέ των αμερικανίδων indies»: άρχισε να κάνει παρέα με ροκάδες και, στο περσινό Coachella ανέβηκε στη σκηνή με τους Jesus and Mary Chain, κάτι που όλοι όσοι ήταν εκεί θέλουν να ξεχάσουν (ψάξτε το κάπου στα τρίσβαθα στο youtube, κάποιος το έχει ανεβάσει). Επόμενο βήμα: άρχισε να κάνει παρέα με τον Woody Allen ο οποίος, όπως όλοι ξέρουμε, μαζεύει τις νέες και κούκλες (πάνω κάτω) στάρλετ στις ταινίες του και τις βάζει να παίζουν τις ερωτευμένες με αυτόν, πράγγμα που μας δείχνει ότι είναι εντελώς νευρωτικές και νεοϋρκέζες, και τις πείθει να τραγουδήσουν (γιατί "θα έχει λίγο μιούζικαλ η επόμενη ταινία", όπως πάντα). Εδώ είναι το link: η Johansson, «βαθιά μέσα στη jazz» πλέον, δήλωσε ότι θα τραγουδήσει ένα (1) κομμάτι του Waits, το υπέροχο ντουέτο του με την Bette Midler, I Never Talk To Strangers, από το άλμπουμ Foreign Affairs του ’77. Γιατί έτσι. Και αμέσως μετά, αποφάσισε ότι όχι, δεν θα τραγουδήσει ένα (1) μόνο Tom Waits αλλά θα κυκλοφορήσει ολόκληρο άλμπουμ με διασκευές Tom Waits. Για την ακρίβεια δέκα (10) κομμάτια + «ένα ειδικά γραμμένο για μένα». Γιατί έτσι.

* «Πάρε μου τον ατζέντη».

* Αγαπώ τους ηθοποιούς που τραγουδούν, ακόμα και (ή μήπως ειδικά;) όταν αυτό γίνεται από ματαιοδοξία. Την αδιόρατη διαφορά ανάμεσα στην ερμηνεία ενός ρόλου που τραγουδάει και στην πραγματικότητα – ότι εκείνοι τώρα είναι πάνω στη σκηνή, ο προβολέας κανόνι είναι δικός τους και θα μαγέψουν το σκοτεινό ακροατήριο με ένα fusion λυρισμού, ναρκισσισμού και εύκολου ερωτικού knack, σαν να πυροβολείς στο σκοτάδι. Μου αρέσουν όταν είναι ρόλοι και τραγουδούν με την καθοριστική λεπτομέρεια της ειρωνείας. Έτσι άρχισα να μαζεύω σάουντρακς – για να ακούω τον Dustin Hoffman να συναξάρει σαν Lenny ο Βρωμόστομος και στο βάθος να πλησιάζει ένα σαξόφωνο, ο Miles Davis. Την Hepburn ως Holly Golightly στο παράθυρο, να τραγουδάει ξέπνοα το Moon River του Mancini. Την Meryl Streep, τζάνκι και αλκοολική σε ένα φρικτό, συγκινητικό country στο φινάλε του Postcards From The Edge (ακόμα ψάχνω το σάουντρακ). Την Glenn Close να διαβάζει σονέτα του Pablo Neruda και από κάτω να ακούγεται ο φλοίσβος της μουσικής του Luis Bacalov, στο Il Postino. Για όσες Βλαχοπούλου και Χατζηχρήστους και Duffy Ducks έπαιζα παλιά στις εκπομπές και ούρλιαζαν από νεύρα οι ακροατές, υπήρχαν πάντα από πίσω ήρωες που έκαναν το κάθε track και από μία ιστορία, ένα ταξίδι τριών λεπτών με όποια σκηνοθεσία γούσταρε ο καθένας μας – ακροατές και παρουσιαστής. Όπως τα ιδανικά σάουντρακς που κάνει για τις ταινίες του ο Tarantino, όταν μπλέκει π.χ. την σούπερ cool μουσική του Holmes στο Out Of Sight ή τα μεξικάνικα δολοφονικά ranch-rock στο From Dusk Till Dawn, με υπέροχες ατάκες των ηρώων του σε σφιχτά, ακριβέστατα, άψογα mix. Αυτοί οι ηθοποιοί είναι μαγικοί όταν «τραγουδούν».

* Από την άλλη, υπάρχουν οι ξεκαρδιστικές περιπτώσεις – ο Keanu. Που παίζει μπάσο στους Dogstar. Θα μπορούσε να είναι το καινούργιο μέλος των Spinal Tap. Ή ο Russell Crowe με τους 30 Odd Foot Of Grunts, οδυνηρό βλάχικο ροκ (κι αυτό έχει παιχτεί σε εκπομπή, τι ταλαιπωρία πέρασε και το κοινό τότε...), με το πείσμα του macho σταρ: ή θα αγοράσω ομάδα, ή θα πετάξω αεροπλάνο, ή θα φτιάξω ροκ μπάντα. Είμαι ενοχλητικά πλούσιος και κακομαθημένος. Ο Billy Bob Thornton. Γιατί τώρα να κάνει ροκ γκρουπ; O Jared Leto εξαργυρώνοντας και το τελευταίο ρέκβιεμ με τους 30 Seconds To Mars. Η Juliette Lewis, αν και αυτή είναι αυθεντική τρελή, την αγαπάμε. Στη δεκαετία του ’70 ήταν κάπως σαν ένα ενδο-δισκογραφικό καλαμπούρι, ένα ρίσκο που είχε πλάκα – σε εποχές που έρεαν τα δολάρια – να κυκλοφορούν φριχτά άλμπουμς με ηθοποιούς που τραγουδούν: η Goldie Hawn, η Cybill Shepherd, ακόμα και το μισό πλήρωμα του Star Trek. Συλλεκτικά μνημεία απίθανης κακοφωνίας που έκρυβαν μια συμπαθητική χαζομάρα.

* Αλλά ένα άλμπουμ με διασκευές πάντα είναι ύποπτο. Κρύβει σκοπό, δεν είναι αθώο. Πολύ περισσότερο όταν είναι διασκευές του Tom Waits. Και έχει τον Bowie, yes this φάκιν Bowie, να κάνει φωνητικά στην Scarlett, σε δύο κομμάτια. Το Anywhere I Lay My Head που κυκλοφορεί η Rhino σε λίγες μέρες (ετικέτα που ειδικεύεται στα oddities…) είναι μία πασιφανής προσπάθεια της Johansson να εκμεταλλευτεί το hype της, ένα παιχνίδι υπερεκτιμημένης στάρλετ, λίγο πριν σταματήσουν οι διαφημίσεις για ακριβά αρώματα και πανάκριβες βαλίτσες (με 5 € στο Σύνταγμα) και το σερί των αποτυχημένων ταινιών. Μέσα σε μία «casio παραγωγή» με θορύβους, ψεύτικα χειροκροτήματα και δήθεν ηλεκτρικά beats, η Johansson ακούγεται ξεψυχισμένη σαν να τραγουδάει η Λώρα Πάλμερ του Twin Peaks μέσα στο κεφάλι του David Lynch – μήπως κάτι τέτοιο θα ήταν ενδιαφέρον; Χμμ... – αλλά όχι, όχι, παρά την σκοτεινιά που αναγκαστικά οδηγείται το άλμπουμ και σε στιγμές νομίζεις ότι ακούς την παγωμένη «άφωνη» Nico όπως είπαν πολλοί, παραμένει αυτό που δείχνει το εξώφυλλό του: μια πονηρή αγελάδα ξαπλωμένη επάνω σε δυόσμους και μαϊντανούς.

* Ε, Μάκη;

(Athens Voice, τ.212, 15.05.08)

8 Μαΐ 2008

Τα SUPER COOL

WE ARE SCIENTISTS. ΠΕΡΝΑΜΕ ΤΕΛΕΙΑ, WHO CARES?

ΤΑ SUPER COOL

  • Έβλεπα, πρόσφατα, μια όχι και τόσο μικρή, φανατική κλάμπερ που την ξέρω από νιάνιαρο. Μεγάλωσε στα κλαμπ, κοπανημένη μια χαρά σε ξύλινες μικρές πίστες χορεύοντας α λα boîte noire, σερνάμενα rnb και τίποτα funk αν έπεφτε σε καλό dj ή στα μεγάλα μπετονένια δάπεδα του κάθε «κρησφύγετου» που ανακάλυπτε η σούπερ cool συμμορία της, κουνώντας σε τρεις επαναληπτικές κινήσεις (αριστερά, κάτω, δεξιά – και ξανά) το κεφάλι της, με ογκολίθαρους ισοπεδωτικού techno που της ίσιωναν τα μαλλιά έτσι όπως τα πρεσσάριζε από τα ηχεία η σιδερένια μπότα τους. Δεν την ένοιαζε καθόλου. Χόρευε πάντα με την ίδια σούπερ cool αδιαφορία που είχε και όταν δεν χόρευε, σαν να επρόκειτο να σε σκοτώσει ή να ξεράσει μέσα στο επόμενο λεπτό. Γελούσε μόνο όποτε της έλεγε κάποιος ένα μυστικό στο αυτί, αν και μπορεί να μην είχε ακούσει τίποτα. Πάντα υποψιαζόμασταν ότι ίσως να είναι και deep κουφή. Έζησε όλα –και τα σαράντα κύματα (ή μάλλον τριάντα, τόσο είναι) της dance μουσικής με ένα τέλειο πρόσωπο, χωρίς να χύσει ούτε ένα δάκρυ (εκτός αν την συναντούσες στις τουαλέτες, αλλά εκεί το διόρθωνε αμέσως).

  • Η μικρή μου κλάμπερ πέρασε άνετα από το happy house στη μαύρη μουσική – οποιαδήποτε κι αν ήταν αυτή. Από χλιδάτα soul κομμάτια των 90s σε 20λεπτα remixes, μέχρι 20λεπτα remixes για chillout που επιτέλους θα την χαλάρωναν στον πρώτο καναπέ από δερματίνη έβρισκε μπροστά της, για να κοιμηθεί (με ανοιχτά μάτια). Περνούσε με ευκολία από το βιομηχανικό stomp στα highenergy των gay κλαμπ που έτρεχε με τους αγαπημένους της φίλους και πάντα ένοιωθες ότι είναι απόλυτα ευτυχισμένη γιατί, frankly my dear, δεν έδινε δεκάρα τσακιστή για την μουσική όσο αυτή της προσέφερε μία «τέντα ασφαλείας» για να χώνεται εκεί με την παρέα της, και να χορεύουν οτιδήποτε, μέχρι να έρθει το τέλος του κόσμου.

  • Η αμέσως προηγούμενη γενιά, η δική μου, χόρευε με συνείδηση αρματωλού και κλέφτη. Κάναμε dancen politix με κλωτσιές και χοροπηδητά, βρίσκαμε τα ανεξάρτητα και τα electro και χορεύαμε αντάρτικα, σαν να τινάζουμε τις κακές σκέψεις από το ανοσοποιητικό μας σύστημα και τις σκόνες από τα άρβυλα. Εκτός βέβαια αν χορεύαμε κλαίγοντας, επειδή είχαμε θυμηθεί κάποιον και τότε δεν είχαμε ούτε SMS ούτε κινητά για να του το πούμε. Ήμασταν τόσο συναισθηματικά εξαρτημένοι από τη μουσική που επιλέγαμε για clubbing, που ακόμα και ξύλο παίζαμε γι’ αυτό, αν χρειαζόταν. Ιστορικές έμειναν οι σφαλιάρες που έπεφταν συνέχεια στην Bedlam της Μιχαλακοπούλου. Ή αυτό, ή χωρίζαμε αν ο άλλος ανήκε στο «απέναντι» κλαμπ (αλλά αυτό συμβαίνει και ακόμα, σήμερα · όχι;).

  • Έβλεπα την κουφή κλάμπερ που πρόσφατα έχει σκληρύνει, αλλά είναι πάντα η ίδια νηφάλια μεγαλειότητα που έκανε την pop - ροκ και το dance – μπότοξ. Τα χρησιμοποιεί σαν μία ταπετσαρία για να ζει τη ζωή της. Και σκεφτόμουνα πόσο σοφά πράττει, γιατί ξέρει ότι η μουσική δεν πρόκειται να αλλάξει τον κόσμο,
    so
    fuck music, lets dance .

  • Θα της χαρίσω, να ακούσει τους Does It Offend You, Yeah? που κάνουν μουσική ειδικά για αυτήν. Σκληρό, ηλεκτρικό ροκ beat με την επιθετικότητα που έχεις όταν πας για ντουζ, και βάζεις να παίζει κάτι πολύ δυνατά . Είναι το γνωστό βρετανικό ηλεκτρο-φάζυ σφυροκόπημα που τα κάνει όλα άσπρα στο οπτικό σου πεδίο, σαν να πλημμύρισε ο εγκέφαλός σου σαπουνάδα. Είναι το κυνικό beat των παραγωγών που διαλέγουν όνομα για το γκρουπ τους τυχαία – την πρώτη φράση που ακούνε, ας πούμε, ανοίγοντας την τηλεόραση («Does it offend, yeah? My drinking?» που λέει ο «δημοφιλής μαλάκας αφεντικός» Gervais στο προ-προπέρσινο δημοφιλές «Office»). Δηλαδή πόσο πιο πολύ «δεν τους νοιάζει» γίνεται;

  • Και αυτό είναι cool.

  • Το άλμπουμ τους έχει τον (wow) επιπόλαιο τίτλο «You have no idea what youre getting yourself into…» και είναι τόσο απειλητικό όσο μια μεγάλη ουρά στις τουαλέτες του κλαμπ – δεν σε νοιάζει, θα περιμένεις, δεν έχεις άλλωστε και κάπου αλλού να πας. Το «Δεν Έχεις Ιδέα Με Τι Έμπλεξες...» έχει κάτι γρατζουνιστά σέξι κομματάκια που επαναλαμβάνουν επίμονα τον τίτλο τους στους στίχους. Ας πούμε, λένε ουρλιάζοντας «Lets make out» 12 φορές μέσα σε 15 δευτερόλεπτα. Αυτό είναι υπέροχο, σε κάνει βούτυρο, αγαπάς όλο τον κόσμο. Ειδικά αν δεν αγαπάς κανέναν. Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω; Δηλαδή... Οι τύποι ανοίγουν στην Αμερική, στην περιοδεία των υπερ-τρέντυ Nine Inch Nails. Σχεδόν πονάει. Την επόμενη μέρα της πρώτης παρουσίασης του άλμπουμ των DoesItOffendYouYeah που έγινε στο «ιερό» δισκάδικο της Rough Trade στο Λονδίνο, οι πωλητές έλεγαν στο γκρουπ «Mate, αναμφίβολα, αυτό είναι το δυνατότερο άλμπουμ που ακούστηκε στο μαγαζί, ever». Είναι τόσο cool να είσαι υπερβολικός. Eιδικά αν είναι τόσο εύκολο να γίνει: απλώς ανεβάζεις τα κουμπιά της κονσόλας, όλα τέρμα, στο 11.

  • Και μερικά κομμάτια τους ηχογραφημένα live στο Fez, που είναι σαν να ξυπνάς ζόμπι μια μέρα με κακό κυκλοφοριακό, στο digitalinsert.com/dioyy/

  • Στα φετινά βραβεία του ΝΜΕ, οι Πώς-Τους-Λένε διασκεύασαν και το Whip It των Devo. Το ΝΜΕ έδωσε τζάμπα το σιντάκι με όλες τις διασκευές που παίχτηκαν live εκείνο το βράδυ στο πάρτι τους – έχει πλάκα. Οι Manic Street Preachers λένε το Umbrella και άλλα τέτοια wow. Κατεβάστε το κι αυτό μια και είναι τζάμπα στο: http://www.muzica-gratis.com/albume_down.php?id=142

  • Για τους κλάμπερς που θέλουν περισσότερο δράμα στην πίστα, το ιδανικότερο άλμπουμ είναι το ηλεκτρικό romo-dance «Brain, Thrust, Mastery» των αμερικάνων indie rockers We Are Scientists που είναι ό,τι πιο cool υπάρχει αυτή τη στιγμή μετά τη βαρεμάρα. Όχι, αλήθεια. Παίζουν με τους Arctic Monkeys, τι άλλο να σου πω. ΔΑΝΕΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΝΤΡΑΜΕΡ των Arctic Monkeys! Ναι, είναι ΤΟΣΟ φίλοι. Τους λατρεύουν οι μουσικοί επιμελητές στα creative των διαφημιστικών. Έπαιξαν στο σόου του Letterman. Στα κολεγιακά ραδιόφωνα ακούς συνέχεια το Chick Lit. Θα τουςέδινα ευχαρίστως στην μικρή κουφή φίλη μου για να δακρύσει επιτέλους, χορεύοντας, κάποια νύχτα.
    Αλλά τους θέλω να τους
    κρατήσω για πάρτη μου.

(Athens Voice, τ.211, 08.05.08)