● ● ● Είμαι κλεισμένος σε μία σκοτεινή αίθουσα, ένα απόγευμα με χλιαρή, αραιή, εξευτελιστική βροχή.
● ● ● Μπροστά μου, στη μεγάλη οθόνη, η πυρηνική οικογένεια του «Κυνόδοντα» (της ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου που, μαζί με τη «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα, το «Κακό στην εποχή των ηρώων» του Γιώργου Νούσια και την «Ακαδημία Πλάτωνος» του Φίλιππου Τσίτου, είναι η φετινή Άνοιξη του ελληνικού κινηματογράφου) ζει την αυτονομία της μέσα σε ένα απομονωμένο σπίτι, σε κάποια αττική εξοχή, σε μία πυρηνική Άνοιξη που μοιάζει να έχει παγώσει το χρόνο σε μία στιλιστική σεβεντίλα, ας υποθέσουμε τότε που ο πατέρας και η μητέρα του «Κυνόδοντα» ήταν στη σημερινή ηλικία των τριών, έγκλειστων παιδιών τους. Μοιάζει με μία Neverland, θα μπορούσε, στο Κορωπί.
● ● ● Πίσω μου, τρεις κινηματογραφικές συντάκτριες, θα μπορούσαν, με φραπουτσίνι και αέρα διασκέδασης σαββατόβραδου – τις βλέπω αργά να λιώνουν στις θέσεις τους, να χαμηλώνουν καθώς βυθίζονται στην αεροστεγή ατμόσφαιρα της ταινίας, που «ένα κάποιο βλέμμα» από τις Κάννες και, ναι, όλο αυτό το hype ήδη και πριν καν την κανονική προβολή του φιλμ στα αθηναϊκά σινεμά, τις έφερε κοντά του.
● ● ● Στον «Κυνόδοντα», ο πατέρας φυλάει προσεχτικά μέσα στο επιμελημένα δομημένο από αυτόν σύμπαν, την οικογένειά του – μια μάνα-σύμμαχο στον εγκλεισμό και φύλακα, και τα τρία τους παιδιά. Ένα αγόρι, δύο κορίτσια, τις επιθυμίες, τις απορίες και τα όνειρά τους, έτοιμα να εκραγούν. Υπάρχει μία τρυφερότητα νηπιαγωγείου σε αυτή τη συνθήκη, που θα σε κάνει να δακρύσεις: ο πατέρας ποτίζει τη γιούκα στη γλάστρα με ένα ποτήρι νερό, τα παιχνίδια των παιδιών είναι «όποιος βγει πρώτος», τα έπαθλα αυτοκολλητάκια γκοφρέτας κολλημένα στο κεφαλάρι του μικρού τους, πια, κρεβατιού ή μικρά τενεκεδένια αεροπλάνα «που έπεσαν από τον ουρανό». Προϊόντα χωρίς μάρκες και ετικέτες, που τις ξεκολλάει ο πατέρας πριν τα φέρει σπίτι. Ζουν ανάμεσα σε παλιά gadgets, τηλέφωνα βακελίτη, ένα πιάνο, τεράστιες λάμπες οπαλίνες. Λεπτομέρειες της επιμελημένης σκηνογραφίας, που αναδεικνύονται από τα πλάνα. Ο Λάνθιμος έχει κρατήσει την κάμερα στο ύψος του ενός μέτρου, καθηλωμένη και αυτή στην παιδική ηλικία – μου θύμιζε τον «Ε.Τ.» του Σπίλμπεργκ. Το ύψος που σε κάνει να θέλεις να πετάξεις ψηλά, πάνω από το φράχτη που απομονώνει το σπίτι από τον άγριο κόσμο εκεί έξω.
● ● ● Ο πατέρας έχει τρία υπάκουα παιδιά και έναν όχι υπάκουο σκύλο. Ένα ντόμπερμαν.
● ● ● Σαν να μου στάζουν παγωμένο φραπουτσίνο στην πλάτη οι συντάκτριες από πίσω, νιώθω μια δροσιά ανησυχίας καθώς, σκηνή με τη σκηνή, φαίνονται κι άλλες λεπτομέρειες της ζωής με τον «Κυνόδοντα»: Τα παιδιά γυμνάζονται με στρατιωτικό πρόγραμμα. Η υγεία της οικογένειας βασίζεται σε ιατρικές εγκυκλοπαίδειες. Διασκεδάζουν βλέποντας κασέτες VHS, βίντεο με πλάνα δικά τους, που έχουν γυρίσει λίγο πριν. Στις αταξίες, η τιμωρία τους είναι Λίστεριν στο στόμα για 5 λεπτά. Η μαμά μιλάει μόνη της στο δωμάτιο, τα παιδιά διδάσκονται τις λέξεις λάθος: «Σου γλείφω το πληκτρολόγιο».
● ● ● Σύντομα, κάτι συμβαίνει και υπνωτικά, σε ένα fade in από το οποίο δεν μπορείς να ξεφύγεις, κάτι αλλάζει στην οικογένεια των έγκλειστων.
-Μαμά, τι είναι ζόμπι;
-Ζόμπι είναι τα μικρά κίτρινα λουλούδια.
● ● ● Τα Χριστούγεννα του 2006 έφτασε στα χέρια μου ένα βιβλίο χωρίς συγγραφέα, με σκληρό εξώφυλλο, δεμένο με σκούρο βυσσινί ύφασμα και χρυσά γράμματα: «Χριστουγεννιάτικα παραμύθια». Ήταν ένα τέλειο αντικείμενο, “trick or treat” διαφημιστικής εταιρείας, με ενωμένες σελίδες – σκίζοντάς τες με το μαχαίρι, ροζ δισέλιδα άνοιγαν μπροστά μου. Αριστερά μία λεπτομέρεια από παλιά γκραβούρα και δεξιά, στο κέντρο της, σαν χιονισμένης, ροζ σελίδας, ένα χριστουγεννιάτικο-σαν-χαϊκού γραμμικό παραμύθι. Άλλο σε κάθε φύλλο: μια ελισαβετιανή φιγούρα σαν τις γριές του Αντώνη Κυριακούλη, και δεξιά «Έλα θεία. Χρόνια πολλά. Τώρα θα σε έπαιρνα».
● ● ● Ένα βικτοριανό, μακρύ, στενό, μυτερό, λουστρινένιο γυναικείο παπούτσι και δεξιά «Τώρα μπορεί να σας χτυπάει λίγο στο κουντεπιέ, αλλά θα ανοίξει γρήγορα».
● ● ● Ποιος κρυβόταν πίσω από τα μετρονομημένα παραμύθια; Τα έχω φυλάξει, είναι ένα ιδανικό σνακ ισορροπίας κάποιες νύχτες με ησυχία.
● ● ● Μάρτιος του 2009. Ωραίος, φρέσκος ήλιος, νέα ζωή, πυρηνική Άνοιξη στο Κολωνάκι. Μπροστά σε δύο μικρούς καφέδες, βρίσκω έναν καινούργιο φίλο, τον Ευθύμη Φιλίππου. Έχουμε συναντηθεί για κάποια δουλειά, κείμενα, εκδόσεις, ετοιμάζει ένα βιβλίο, μου χαρίζει ευγενικά ένα προηγούμενο που έχει εκδώσει: «Μικρά χριστουγεννιάτικα διηγήματα» – στο εξώφυλλο μία τεράστια αρκούδα γκρίζλι, όρθια με φόντο τα χιονισμένα βουνά. Λευκές, χιονισμένες σελίδες, μικρά μονογραμμικά παραμύθια που όλα αρχίζουν με την ίδια φράση: «Είναι Χριστούγεννα και όλα είναι στολισμένα». Και μετά «Μία κοπέλα με ένα σιέλ μπουφάν είναι πάνω σε μία καρέκλα. Στο πάτωμα περπατάει μία κατσαρίδα. – Ψόφα, καργιόλα».
● ● ● Χαμογελάω. «Σε ποια διαφημιστική είπαμε δουλεύεις;» Μου λέει τη διαφημιστική – παράλληλα δουλεύει και το σενάριο μιας ταινίας μαζί με ένα φίλο του, τώρα είναι στο μοντάζ, μάλλον θα πάει Κάννες. Ποια ταινία; «Δεν θα ξέρεις, τον “Κυνόδοντα” του Λάνθιμου».
● ● ● Πριν λίγες μέρες, ο Ευθύμης Φιλίππου μου έστειλε το καινούργιο του βιβλίο. Τώρα πια είναι φίλος μου, μπορώ να τον λέω και Φίλιππα Ευθυμίου χωρίς να παρεξηγείται. Πρώτη έκδοση σε μία σειρά που ετοιμάζει το ευέλικτο, φρέσκο και «ψυχικά υγιές» στούντιο design MNP (mnpdesign.gr/), τίτλος «Κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα». Με ένα κείμενο ροής που, μέσα στη χαοτική του δόμηση, σε ακαριαίους διαλόγους ή τρισέλιδα μάντρα μιας πρότασης, βρήκα την ίδια ιδανική ισορροπία του γραμμικού παραμυθιού:
-Με γύρισε σπίτι με το αυτοκίνητο. Έβαλε ένα σιντί που της είχε γράψει ο αδερφός της με επιλογές από Μαρινέλα, Γκλόρια Γκέινορ, Μαρκ Άλμοντ, Χατζιδάκι, Μαντόνα, Παπαρίζου και Κάλλας.
-Άλλα αδέρφια;
-Άλλη μία αδερφή.
-Άντρας ή γυναίκα;
● ● ● Εκείνο το απόγευμα με τη χλιαρή βροχή, βγήκα από τον «Κυνόδοντα» όπως από τον οδοντογιατρό. Με αίματα και τον ανακουφιστικό πόνο του φρονιμίτη που, επιτέλους, βγήκε, απαλλάχτηκα, άι στο διάολο η παιδική μου ηλικία. Σε ελαφριά κατατονία από τις αυτιστικές ερμηνείες των ηθοποιών – πόσο «ελληνικός κινηματογράφος» είναι αυτό, αλλά και η μοναδική ίσως ταινία στην οποία ήταν απόλυτα δικαιολογημένο. Ένας «του χώρου», τον έβλεπα, καθώς άρχιζε να παίρνει στροφές, ετοιμαζόταν για τη μεγάλη πλάκα, τα ανέκδοτα και τις φήμες γύρω από το φιλμ που, φοβάμαι, θα κυκλοφορήσουν ανεξέλεγκτα. Το μεγάλο hype θα φέρει εισιτήρια αλλά και πολλούς τυχαία εκεί. Ο «Κυνόδοντας» θα πρέπει να αντέξει το θόρυβο της πρώτης του εμφάνισης και να περιμένει, μέσα στους μήνες, όταν θα γίνει μία μικρή, ατομική «κατάσταση μυαλού» για όσους μεγάλωσαν και έχουν να λένε πώς έφτασαν μέχρι εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου