Τη Sugahspankτην έμαθα όταν την πέτυχα να τραγουδάει με τους SugahGaloreσε ένα liveκαι κόλλησα γιατί ήταν αυτό ακριβώς το liveπου θα ήθελα να ακούω στα κλαμπ με ζωντανή μουσική όταν βγαίνω. Που δεν βγαίνω. Αλλά αυτοί οι Χείμαρροι Ζάχαρης θα μπορούσαν να με τραβήξουν εκεί και να με κρατήσουν γιατί έπαιζαν ακριβώς τόσο μαύρα funk, τόσο μεταλλικά hip-hop, τόσο έξυπνα dirtysoulκαι τόσο σέξι rock, όσο χρειάζεται αυτή η βρωμονύχτα σ’ αυτή την βρωμοπόλη για να μη πεθάνουμε, οι Αθηναίοι, από αγαμία. «Μην γράψεις ποτέ ότι είναι σέξι» μου είπε κάποιος, «θυμώνουν». Φυσικά και είναι σέξι. Λατρεύουνε να είναι σέξι. Δες τα ονόματα, τους τίτλους των κομματιών, άκου ο ρυθμός τους πώς μετράει, κοίτα πώς γυαλίζουν τα μέταλλα και τα αντικείμενα επάνω στη σκηνή, κοίτα τα πόστερ τους πόσο ξύλο, φωνές, εκκωφαντικά μεγάφωνα, στολές λύκρα μασκοφόρων, ιδρώτα και αίμα επάνω σε ρινγκ πυγμαχίας εκθέτουν.
Οι SugahGalore, oBlend ή Mishkin, η παρέα της εταιρίας τους Cast-a-Blast, η «φωνή τους» SugahSpank ή Γεωργία Καλαφάτη, είναι μία «μαύρη στην ψυχή(με την καλή έννοια)αδελφότητα(επίσης)» που πιστεύει τόσο έντονα ότι ζει στο Bronx, ώστε σε πείθει ασχέτως προβλημάτων focusπου μπορεί να έχεις. Είναι brothersandsisters, έχουν στενούς δεσμούς αγάπης και μαυρίλας, πολεμούν για τα χρώματα της γειτονιάς τους, έτσι πάει σ’ αυτό το κλαμπ, φίλε. Έτσι λοιπόν, και το πρώτο σόλο άλμπουμ της Γεωργίας «TheIncredible, theInvisibleSugahspank!» που μόλις κυκλοφόρησε, είναι μία επέλαση δυνάμεων, μία πλούσια συγκέντρωση μέσων και προσοχής, ένα grandopeningγια την Μάμα-Σούγκα τους. Η Γεωργία γράφει κομμάτια με πιο hip-hopπροσανατολισμό αλλά η ψυχή της τραγουδάει τη γνήσια soul της σχολής των bluesκαι της Staxx. Νοιώθει μια χαρά, άνετη καισφιχτή μέσα στα funkrockκαι όταν χρειαστεί γίνεται «ψυχεδελική» αλλά ποτέ, ποτέ χαλαρή και άτονη. Έχει απόλυτο κοντρόλ του υλικού της, προφέρει τα slangστιχάκια δρόμου με γαμάτα, ωραία, ανοιχτά φωνήεντα χωρίς να φοβάται. Τα σύμφωνά της είναι όλα σύντομα, ελαφρά και «οδοντικά», με τα –sνα κρατούν λίγο παραπάνω το συριστικό τους –sssss, τόσσσσο όσσσο πρέπει. Παιδιά μου,theladysashaysκαι ανατινάζονται τα τραπέζια γύρω της.
Το «Incredible, Invisible» είναι ένα τέλειο, blackάλμπουμ με ένα πρόβλημα: τη ζυγοστάθμιση. Η αγάπη και η προσοχή που περιέβαλλαν, οι Cast-a-Blasters, τα κομμάτια της Sugahspankστάθηκαν μια δόση παραπάνω απ’ όσο ένα «σόλο άλμπουμ» χρειάζεται. Η παραγωγή ξεπερνάει την ερμηνεία και, σε μερικά σημεία, την εκτοπίζει χάρη των, διασκεδαστικών πάντως, και συγκινητικών πειραματισμών ενός αληθινά αφοσιωμένου φαν και μυημένου στο soundsystemπου υπηρετεί. Το κιθαριστικό funkrock(«Killthebitchyougotinya») είναι λίγο πιο «Χέντριξ» από το υπόλοιπο άλμπουμ. Τα beatsείναι, μερικές φορές, λίγο πιο phat από τη φωνή που θέλει να τρέξει. Οι λούπες και τα samplesτυχαίνει να είναι πιο «έξυπνα» μέσα στην παραγωγή και συχνά να «καλύπτουν» την ερμηνεία – που, εδώ τουλάχιστον, στα δικά της κομμάτια, θα άξιζε να είναι στον πρώτο ρόλο. Αλλά, ακόμα και «over-produced», η Γεωργία είναι μία τόσο καλή, δυναμική παρουσία στην Αθηναϊκή σκηνή, η μόνη ίσως στο είδος της και πρέπει να την προσέχουμε. Φέρτε μια καρέκλα στη γυναίκα.
Αναρωτιόμουν. Θα ήθελα πολύ, δηλαδή. Θα είχα την περιέργεια να ακούσω την Sugahspankνα τραγουδάει ελληνικό στίχο. Να δω πώς θα συνδύαζε αυτήν τη δύναμη του δρόμου και τον στακάτο, μαύρο ρυθμό της, με ήχους και φθόγγους άλλου βάρους. Κι ακόμα, αναρωτιόμουν πώς θα περνούσε αυτό το τόσο πιουρίστικο, καθαρό είδος (κυρίως με τον τρόπο και την ψυχή που το υπηρετεί) στο κοινό που έχει ευήκοον ους. Θα ήθελα πολύ να δω την Cast-a-Blastνα μπαίνει στα ραδιόφωνα και να βγαίνει από τα παράθυρα. Ταιριάζει με τους δρόμους μας.
Να, ας πούμε, ωραίο παιχνίδι με ελληνο-reggaeήχους και λέξεις κάνει σε ένα τραγούδι του πρώτου άλμπουμ που κυκλοφορεί («Στο Σείριο κατοικώ», ΕΜΙ), ένας πιτσιρικάς ρασταφάρης, ταξιδιάρης, τρόπικαλ ιδιοσυγκρασίας, ο Σταύρος Νταντούς. Το κομμάτι «Tigainiriseup» μοιάζει να είναι ο «ύμνος» της δικής του σέχτας. Δείχνει να το δούλευε καιρό, να το έχει φυλάξει στοργικά μέσα στις ράστα κοτσίδες του μέχρι να του έρθει έμπνευση και να συμπληρώσει τα λόγια, το έχει κεντήσει και είναι απολαυστικό: σπασμένες ελληνικές λέξεις, λούπες και αγγλικές φράσεις, τζαμαϊκάνικες προφορές κολλητά με Αθηναϊκή αργκό, συνοθύλευμα, ωραίο blend, μυρωδάτο κόκονατ, «δεν θέλω να το πω αλλά thisjam γαμάει» λέει, «κοίτα με στα μάτια andfeelthesound». Τα υπόλοιπα κομμάτια του Σταύρου είναι μάλλον αδιάφορα αν και ευχάριστα, με ελαφρώς βαρετούς στίχους και πάντα στο εξωτικό του reggaeσύμπαν. Υπάρχει μία περίεργη, άβολη αίσθηση ότι έχει βάλει η εταιρία το χέρι της στα τραγούδια του μικρού (π.χ. διασκευή του μπουζουκο-κλαμπίστικου χιτ, της παλιάς «Κανάρας» του Χρηστάκη - από όλα τα τραγούδια του κόσμου! - καθώς και το φάντασμα των Locomondoνα νομίζεις ότι πλανιέται παντού). Δεν πειράζει όμως, είναι μόνο 20 χρονών ο μικρός. Στο «Tigaini» δείχνει ότι έχει «μαύρη ψυχή» κι αυτός. Στα 23 του θα πατήσει πόδι στην εταιρία, θα τους βάλει μια φωνή, θα περάσει το δικό του και θα φύγει βροντώντας την πόρτα.
Το ίδιο βράδυ θα πάει να ακούσει την Sugahspankζωντανά σε κάποιο μικρό κλαμπ και μπορεί να τζαμάρει, στα ξαφνικά, μαζί της. Μπορεί να είμαι κι εγώ από κάτω – που δεν βγαίνω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου